Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

Βιβλιοπροτάσεις 3-02-2014


                                                A.B. Casares                 Jorge Luis Borges



"Δεν γράφω για μια μικρή ελίτ που δεν την υπολογίζω, ούτε γι'αυτό το αφηρημένο και τόσο παινεμένο πλατωνικό σύνολο που αποκαλούμε Μάζα. Δεν πιστεύω σ'αυτές τις δύο γενικότητες, τις τόσο αγαπητές στους δημαγωγούς. Γράφω για μένα, για τους φίλους μου και για να απαλύνω τη ροή του χρόνου"    Jorge Luis Borges

Πολύ σημαντική η είδηση της επανέκδοσης, μετά την εκδοτική περιπέτεια, του συγγραφικού έργου του Jorge Luis Borges, με τις μεταφράσεις του Αχ. Κυριακίδη στα πεζά του κείμενα και του Δημ. Καλοκύρη στα ποιήματά του.




Άπαντα πεζά Ι
Jorge Luis Borges

επιμέλεια: Αχιλλέας Κυριακίδης
μετάφραση: 
 Αχιλλέας Κυριακίδης



Πατάκης 2014 σελ.608

Τιμή 17,80 από 19,70 ευρώ







Όταν διαβάζεις, µεταφράζεις, εκδίδεις τα Άπαντα του Χόρχε Λουίς Μπόρχες, αυτού του µείζονος και, ασφαλώς, πιο οικουµενικού συγγραφέα του 20ού αιώνα, δεν επικοινωνείς απλώς µε ένα έργο ζωής, αλλά µε ένα έργο-ζωή· αισθάνεσαι ότι εισδύεις σ’ έναν κόσµο που σου φαίνεται ανοίκεια οικείος, σ’ έναν θαυµαστό λαβύρινθο που σε κάθε επίσκεψή σου δείχνει σαν να έχει ανανεώσει τις φενάκες του και που τον ενοικούν ιδέες και Θέµατα-Μινώταυροι: ο ψευδαισθητικός χαρακτήρας της ανθρώπινης ύπαρξης· το απατηλόν του φυσικού κόσµου· η σχεδόν αναπόφευκτη αυθαιρεσία κάθε ορθολογιστικής σκέψης·το άπειρο και οι άπειρες δυνατότητες· η ιδέα πως ακόµα και το απειροελάχιστο πράγµα ή γεγονός περιλαµβάνει όλο το σύµπαν· πως ό,τι µπορούµε να φανταστούµε ή έχει ήδη συµβεί ή επίκειται να συµβεί· πως κάθε άνθρωπος είναι ταυτόχρονα κι ένας άλλος, αν όχι και όλοι οι άλλοι άνθρωποι·η ιδέα του κόσµου ως προσωπικής προβολής της βούλησης, εξού και, συχνά, στο έργο του Μπόρχες, θύµα και θύτης ταυτίζονται·     η ιδέα του ανθρώπου ως πλάσµατος του ονείρου κάποιου άλλου·η ιδέα µιας θείας χρονικής στιγµής όπου συµπυκνώνεται ή/και δικαιώνεται µια ολόκληρη ζωή· η ιδέα του κόσµου ως βιβλιοθήκης όπου παραδέρνουµε όλοι αναζητώντας ένα αδιανόητο ευρετήριο των ευρετηρίων στο οποίο µπορεί και να έχει αποδελτιωθεί το νόηµα-σχεδία· η ιδέα ότι τα πάντα έχουν γραφεί κι ότι εµείς δεν κάνουµε άλλο απ’ το να µηρυκάζουµε τα γεγραµµένα· η –συγγενής– ιδέα ότι µια λογοτεχνία διαφέρει από την άλλη ως προς τον τρόπο µε τον οποίο διαβάζεται, εξού και το σκανδαλώδες «Κάθε συγγραφέας δηµιουργεί τους προδρόµους του· η –επίσης συγγενής– ιδέα ότι ο συγγραφέας δεν εκφράζει την πραγµατικότητα στην οποία γράφει, αλλά επινοεί την πραγµατικότητα στην οποία εκφράζεται· η ιδέα ότι η λογοτεχνία είναι ένα παιχνίδι µε αντιµέτωπους καθρέφτες όπου οι µυθοπλασίες αντικρίζονται σε µια ιλιγγιώδη επανάληψη, κι ότι αυτό το παιχνίδι επιδέχεται (αν δεν απαιτεί ή επιβάλλει) εµπνευσµένες παραλλαγές, όπως, π.χ., την παρείσφρηση της ίδιας της µυθοπλασίας στον εαυτό της, σαν να της µεταγγίζεται το ίδιο της το αίµα· τέλος(;), η σύγχυση των ορίων και το θολό µεταίχµιοανάµεσα στη ζωή και τοv θάνατο, σε διηγήµατα όπου ο ήρωας είναι νεκρός και δεν το ξέρει, ή ξαναγεννιέται για να πεθάνει «όπως πρέπει».     A.Kυριακίδης







Άπαντα πεζά ΙΙ 


Jorge Luis Borges 

επιμέλεια: Αχιλλέας Κυριακίδης
μετάφραση: 
 Αχιλλέας Κυριακίδης


Πατάκης 2014 σελ. 488 


Τιμή 15,90 από 17,60 ευρώ







«Σελιδοδείκτης..στη σωστή σελίδα» του
Jorge Luis Borges   :
                             
“Σαν το κριάρι που χιμάει να κερατίσει, διασχίζω τρέχοντας τις πέτρινες στοές, ώσπου να σωριαστώ στο χώμα, ζαλισμένος. Κρύβομαι πίσω από μια στέρνα ή στη στροφή ενός διαδρόμου και καμώνομαι ότι με κυνηγούν. Έχει κάτι εξώστες, απ’ όπου αφήνομαι να πέφτω ώσπου να γεμίσω αίματα. (…)

 Απ’ όλα τα παιχνίδια μου, όμως, αυτό που μ’ αρέσει πιο πολύ, είναι να παίζω τον άλλο Αστέριο. Κάνω πως με επισκέπτεται και πως του δείχνω το σπίτι. (…)

Καμιά φορά, κάνω λάθος, και τότε γελάμε κι οι δυο με την καρδιά μας. (…)
Κάθε εννιά χρόνια, έρχονται στο σπίτι εννιά άνθρωποι για να τους λυτρώσω απ’ το Κακό. Ακούω τα βήματά τους ή τις φωνές τους στα βάθη των πέτρινων στοών και τρέχω όλος χαρά να τους προϋπαντήσω. Η τελετή διαρκεί λίγα λεπτά. Ο ένας μετά τον άλλον σωριάζονται, χωρίς να λερώσω τα χέρια μου με αίμα (…)
Δεν ξέρω ποιοι είναι, αλλά ξέρω πως ένας από δαύτους, την ώρα που ξεψυχούσε, προφήτεψε πως κάποτε θα’ρχόταν κι ο δικός μου λυτρωτής. Από τότε, δε με βαραίνει η μοναξιά, γιατί ξέρω ότι ο λυτρωτής μου ζει, και μια μέρα θα προβάλει μέσ’ από τη σκόνη… Είθε να με πάει σε κάποιο χώρο με λιγότερες στοές και πόρτες. Πώς θα’ναι ο λυτρωτής μου; αναρωτιέμαι. Θα’ναι ταύρος ή άνθρωπος; Θα’ναι μήπως ταύρος με ανθρώπινο κεφάλι; Ή θα’ναι σαν κι εμένα;”

«Οι λέξεις είναι σύμβολα που προϋποθέτουν κοινές μνήμες. Αυτή που πασχίζω τώρα εδώ να εξιστορήσω, είναι μόνο δική μου – όσοι τη μοιράστηκαν μαζί μου, έχουν πεθάνει. Οι μυστικιστές επικαλούνται ένα ρόδο, ένα φιλί, ένα πουλί που είναι όλα τα πουλιά, έναν ήλιο που είναι ταυτόχρονα όλα τ’ άστρα και ο ήλιος, μια κανάτα κρασί, έναν κήπο ή τη σεξουαλική πράξη. Καμιά απ’ αυτές τις μεταφορές δεν μπορεί να με βοηθήσει να ανακαλέσω εκείνη τη μακρά νύχτα αγαλλίασης, που, ευτυχείς και εξαντλημένους, μας άφησε στα πρόθυρα της αυγής. (…)»

-“Η μόνη νοητή εκδίκηση είναι η λήθη.
Δεν πάσχω από μοναξιά – είναι ήδη αρκετά δύσκολο ν’ αντέξει κανείς τον εαυτό του και τις μανίες του. Υπάρχει άραγε στη Γη κάτι ιερό ή κάτι που δεν είναι;
Η μνήμη και η λήθη είναι εξίσου επινοητικές.
 Η ιερή αταξία της ζωής μας είναι πέρα για πέρα κληρονομική και παραδοσιακή.
Χωρίς να καταλαβαίνει από λάθη, η μοίρα μπορεί να είναι ανελέητη, ακόμα και για την παραμικρή απροσεξία.”


                           Astor Piazzolla y su Orquesta -- Canta Edmundo Rivero
                                            'El Tango' ποίηση Jorge Luis Borges
                                                                              







Ποιήματα
Jorge Luis Borges 



μετάφραση:Δημήτρης Καλοκύρης

Πατάκης 2014     σελ. 314

Τιμή 14,80 από 16,40 ευρώ









Παρόλο που είναι ευρύτερα γνωστός για το πεζογραφικό του κυρίως έργο, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες ξεκίνησε τον λογοτεχνικό του βίο ως ποιητής και αποκαλούσε τον εαυτό του ποιητή. Είναι γεγονός ότι για ένα διάστηµα αφοσιώθηκε στην πεζογραφία και τη δοκιµιογραφία, όσο προχωρούσε η τυφλότητα όµως επανερχόταν στην ποίηση, και µάλιστα στην έµµετρη παραδοσιακή: 
«Μια και δεν µπορούσα πια να κάνω προσχέδια, ήµουν αναγκασµένος να εργάζοµαι µε τη µνήµη. Και αφού, οπωσδήποτε, ευκολότερα θυµάται κανείς στίχους παρά πρόζα, προτιµά πολύ περισσότερο ένα παραδοσιακό ποιητικό ύφος παρά ένα ελεύθερο. Ο έµµετρος στίχος είναι, κατά κάποιον τρόπο, φορητός. Μπορείς περπατώντας ή ταξιδεύοντας να συνθέτεις ή να επεξεργάζεσαι ένα σονέτο, γιατί το µέτρο και η οµοιοκαταληξία έχουν το καλό ότι αποµνηµονεύονται».
Έγραψε εκατοντάδες ποιήµατα, χτισµένα σε εντελώς διαφορετικά θέµατα. 
Ποιήµατα για µάχες, µυθικές ή ιστορικές προσωπικότητες, καθρέφτες, ξίφη και κλεψύδρες, περικλείοντας συχνά έναν κόσµο που άλλοτε βρίσκεται στην προέκταση και άλλοτε στον αντίποδα σχεδόν της φαντασιακής δοµής της πρόζας του. Στα ποιήµατα αφήνει πού και πού να ξεγλιστράει κάποιο συναίσθηµα, κάτι που στα πεζά του αποφεύγει.
Ο ποιητής Δηµήτρης Καλοκύρης υπογράφει την ανθολογία αυτή που σχηµατίστηκε σιγά σιγά, στη διάρκεια τριάντα χρόνων περίπου. Η προσωπική γνωριµία του µεταφραστή µε τον Αργεντινό διευκόλυνε κάποιες προσεγγίσεις στο έργο του. 
Ο τόµος περιλαµβάνει, µε χρονολογική σειρά, ποιήµατα από όλα σχεδόν τα ποιητικά του βιβλία. Τα κριτήρια της επιλογής ποικίλλουν· κάποια ποιήµατα λ.χ. περιλαµβάνονται για λόγους ιστορικούς ή άλλα για λόγους ειδολογικούς. 
Βασικό κριτήριο επίσης της επιλογής αποτελεί η διακριτική θεµατική ισορροπία: ο Mπόρχες επανέρχεται συχνά σε παρόµοια µοτίβα τόσο από το τοπικό ποιητικό πάνθεο όσο και από τις αµετακίνητες συµβολικές σταθερές του.


"Σ'εκείνον που δεν είναι πια νέος"

Ηδη μπορώ την τραγική σκηνή να δω, 
Για κάθε πράγμα το σωστό σενάριο 
Το ξίφος και η στάχτη στη Διδώ Και ένα οβολός για τον Βελισάριο. 
Γιατί το πόλεμο γυρεύεις ζαλισμένος μέσα στον μπρούντζο τον θολό των εξαμέτρων; 
Το κέρδος σου, έτσι κι αλλιώς, είναι δυο μέτρων γη. 
Κοχλάζει και το αίμα κι ειν' ο τάφος ανοιγμένος. 
Παραμονεύει ο καθρέπτης στη γωνία για να ξεχάσει μόλις δει την αγωνία της τελευταίας σου στιγμής ν' αντιφεγγίζει. 
Το τέλος κιόλας σε κυκλώνει. 
Αυτό το σπίτι όπου αργοσέρνεσαι στο δείλι, σ'απομένει κι ο δρόμος που κάθε πρωϊ σε περιμένει.”


Όταν ο Μιχάλης Γκανάς, με το «Δούρειο Ίππο» του πεζογραφήματος, μας παραδίδει την εξαίρετη «ποιητική του ύλη»:



Γυναικών 

Μικρές και πολύ μικρές ιστορίες


Μιχάλης Γκανάς


Μελάνι 2010 98 σελ.

Τιμή 10,50 € από 11,71






«Η λογοτεχνία δεν αγνοείται και δεν κλείνεται σε τείχη, ακόμη κι όταν είναι φτιαγμένη με καθαρώς μινιμαλιστικά υλικά. Η διαφορά, βέβαια, είναι πως τα υλικά αυτά έχουν πηγάσει εν προκειμένω από μια γνήσια λυρική φλέβα, από έναν τροφοδότη πλούσιας, πεντακάθαρης συγκίνησης.» Βαγγέλης  Χατζηβασιλείου

Σ' αυτό το βιβλίο ο Μιχάλης Γκανάς ενδύεται τη στολή και τη μάσκα του και βυθίζεται αύτανδρος στη θάλασσα μιας ακαθόριστης -μα επιμόνως υπαρκτής-, χώρας. Είναι μία χώρα μυστική, όπου γυναίκες υφαίνουν τα σύνορά της με τα λεπτά νήματα της αγάπης, η χώρα που αθέατες στοιχειώνουν, κυβερνούν ή γκρεμίζουν: Γυναίκες σε cafe, στον απέναντι δρόμο, μπροστά σε έναν υπολογιστή, στη βρεγμένη θάλασσα της μνήμης, Αιγοκερίνες, γυναίκες με τ' όνομα Κυμοθόη, γυναίκες στο τηλέφωνο, μα πάντα γυναίκες, μέσα στη μοναξιά και τον έρωτα, την απόγνωση και τη χαρά τους.

-Κοιτάζει τα χέρια της σαν να τα βλέπει πρώτη φορά. Ξένα της φαίνονται, καθώς κάθονται άνεργα πάνω στη μαύρη ποδιά της, σαν προσφυγάκια. Έτσι της έρχεται να τα χαϊδέψει.
Τόσα χρόνια δεν γύρισε να τα κοιτάξει και τώρα δεν μπορεί να πάρει τα μάτια της από πάνω τους. Κι όταν δεν τα κοιτάει ή κάνει πως δεν τα κοιτάει, την κοιτάνε αυτά.
Άνεργα χέρια, τι περιμένεις, αφού δεν έχουν δουλειά κάθονται και κοιτάνε. Δεν είναι που κοιτάνε, άσ' τα να κοιτάνε, είναι που κοιτάνε σαν να θέλουνε κάτι.
Ξέρει τι θέλουν: να τα χαϊδέψει.
Δεν θα τους κάνει τη χάρη. Ντρέπεται, γριά γυναίκα, να χαϊδεύεται στα καλά καθούμενα. 

-«Με απέραντη τρυφερότητα και ευαισθησία πλάθει γυναικεία πορτρέτα, δίνοντας ταυτόχρονα και ένα μάθημα οικονομίας λέξεων.» Νίκος Δήμου



«Πολλαπλά σημαντικό έργο της μεταπολιτευτικής πεζογραφίας η Μητριά πατρίδα. 
Η πατρίδα από μητέρα μεγαλόψυχη γίνεται εξαιτίας των ιστορικών περιπετειών και τραυμάτων, μητριά.»    Ευρ. Γαραντούδης





Μητριά πατρίδα

Αφήγημα

Μιχάλης Γκανάς

Ζωγραφική Γιάννης Αδαμάκης
Μελάνι   2007 78 σελ.
Επανέκδοση: "Κείμενα", 1981· "Καστανιώτης", 1989. 

Τιμή 11,00 € από 12,23






« Μητριά πατρίδα, πατρίδα μητριά….» Μάρκος Μέσκος


--Από τα Μακεδόνικα ακούγονται κάθε τόσο μοιρολόγια. Τους έρχονταν τα μαντάτα από το Γράμμο, το Βίτσι Οι μανάδες μας κοιτάζονταν αμίλητες, κούναγαν το κεφάλι.
Μαζεύουνε τα παιδιά. Θα μας στείλουν αλλού, χώρια απ' τους δικούς μας. Οι Μακεδόνισσες τα 'δωσαν τα δικά τους. Έκλαιγαν, τα φιλούσανε, δεν είπανε όχι. Οι δικές μας αγρίεψαν. Έσκουζαν, καταριόντανε, μας έσφιγγαν πάνω τους, μια δυο πέσανε στους υπεύθυνους με τα νύχια, βάλαμε κι εμείς τα κλάματα, μας αφήσανε. Πήραν τα μεγαλύτερα, από δέκα και πάνω.
Μας φορτώνουν σε μεγάλα καμιόνια. Μετά στο βαπόρι, ένα πολωνέζικο φορτηγό, είπανε. Μας ανεβάζουν με βίντσι και τρέμουμε, κάποιος πέφτει στη θάλασσα.
Κατεβάζουν το φαγητό με αλυσίδες, είμαστε μέσα στο αμπάρι πατείς με πατώ σε. Δεν μας αφήνουν να ξεμυτίσουμε. Ανέβηκε ο πάππους μια μέρα στο κατάστρωμα, περνούσε ένα βαπόρι, "Πέσε κάτω" του λένε, δεν έπεφτε, τον κατέβασαν με τη βία.

--Βγάλαμε τα κόκαλα βιαστικά από το κοιμητήριο. Άλλα σε ξύλινα κασόνια, άλλα σε σακούλες της ζάχαρης, τα περισσότερα χύμα. Μόλις ακούγονταν τ' αεροπλάνα, τρυπώναμε μέσα. Βαριά μυρουδιά μούχλας, σάπιος αέρας. Έξω πέφτανε βόμπες, έτρεμε ο τόπος, κάναμε το σταυρό μας μικροί μεγάλοι. Από μέρα σε μέρα τα πράγματα αγρίευαν. Οι αντάρτες πέρα δώθε όλο φούρια, τ' αεροπλάνα έρχονταν συχνότερα. Είδαν κι απόειδαν ο κόσμος, ανεβήκαμε στο βουνό, στη Λακκότρυπα. Ανάψαμε φωτιές οι γυναίκες, βάλαμε να μαγειρεύουμε, ο καπνός ανέβαινε ως τον τρούλο, ζαλίζονταν τα περιστέρια. Όσα πέφτανε τα μαγειρεύαμε επιτόπου. Τ' άλλα φτερούγιζαν τρομαγμένα, τα κυνηγούσαν με κουβέρτες, σεντόνια, ώσπου φύγανε τα ζωντανά του Θεού. Τον παππού σου τον έδερναν θέρμες, δεν μπορούσε ν' ανεβεί, τον άφησαν χαμηλά στο μονοπάτι με το ξυλοκρέβατο. Μας έστειλε να κατεβούμε κι εμείς. Κατεβήκαμε κακήν κακώς μες στη νύχτα. Ψηλά γίνονταν μάχη, πηχτό βουητό, μπουμπουνητά κάθε τόσο. Εμείς στο δρόμο χαμένοι. Διάβηκαν κάτι αντάρτες, μας βάλαν μπροστά, περάσαμε το σύνορο ξημερώματα.



Νουάρ που μας «ξεναγούν» στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα του Ισραήλ και της Ρωσίας:



Το έκτο αίνιγμα

Νουάρ μυθιστόρημα
Yair Lapid

μετάφραση: Αλεξάνδρα Κωσταράκου 

Πόλις, 2013 322 σελ.


Τιμή 13,50 € από 15,00







«Δημοσιογράφος, ποιητής, σκηνοθέτης, μεταφραστής, συνθέτης και ιδρυτής του κεντρώου πολιτικού κόμματος «Γες Ατίντ», δηλαδή «Υπάρχει Μέλλον», το οποίο, ως γνωστόν, κατέλαβε τη δεύτερη θέση στην εκλογική αναμέτρηση του Ιανουαρίου του 2013, ο Yair Lapid ανήκει στους συγγραφείς εκείνους, οι οποίοι προσθέτουν εντέχνως στα έντονα στοιχεία της μαύρης ή λεγομένης νουάρ αφήγησης ορισμένες καλώς τεκμηριωμένες θέσεις, καίριες κρίσεις και κρυστάλλινες ατομικές απόψεις καθαρά κοινωνικοπολιτικού χαρακτήρα. Έτσι τα εξωτερικά και τα εσωτερικά τοπία συνυπάρχουν και συνδιαλέγονται αρμονικά, αιτιολογώντας το ένα το άλλο, το ψυχολογικό κλίμα είναι συνήθως παράγωγο της όλης ατμόσφαιρας και συγκεκριμένα της εβραϊκής, όπως συναρτάται μετά την ίδρυση του κράτους του περιπετειώδους Ισραήλ.» Γιώργος Βέης 

 Ένα ατμοσφαιρικό νουάρ μυθιστόρημα με πολιτικές και κοινωνικές αναφορές, που διαδραματίζεται στις γειτονιές και τα περίχωρα του Τελ Αβίβ Εδώ και δύο χρόνια, η Αγκάρ Όσμαν αρνείται να αποδεχθεί ως οριστική την εξαφάνιση της κόρης της, της εννιάχρονης Γεάρα. Οι έρευνες της αστυνομίας, παρά την πρωτοφανή κινητοποίηση, δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Τελευταία της ελπίδα είναι ο ντετέκτιβ Τζος Σίρμαν, ο οποίος θα ανακαλύψει ότι έχουν εξαφανιστεί έξι εννιάχρονα κοριτσάκια, και τέσσερα από αυτά βρέθηκαν δολοφονημένα...

Τα ερωτήματα που ανακύπτουν είναι πολλά: Πρόκειται για ψυχοπαθή απαγωγέα, για κατά συρροήν δολοφόνο; Είναι μια υπόθεση παιδοφιλίας; Και, κυρίως, η μικρή Γεάρα είναι τελικά ζωντανή;





Ρωσία: Βαγόνι τρίτης θέσεως

Ναταλία Κλιουτσάροβα


μετάφραση: Δημήτρης Τριανταφυλλίδης

Καστανιώτης 2013 205 σελ.

Τιμή 9.60 € από 10,65








Ο κεντρικός ήρωας αυτής της σκληρής αλλά και τρυφερής ιστορίας, ο Νικίτα, έχει την ιδιομορφία να χάνει τις αισθήσεις του μπροστά στο κακό. Διασχίζει τη σύγχρονη Ρωσία μέσα σε βαγόνια τρίτης θέσεως και συναντάει όλων των ειδών τους ανθρώπους. Μέθυσοι, μοναχικές μητέρες που παλεύουν να θρέψουν τα παιδιά τους, έκφυλοι ιερείς και εμπνευσμένοι ποιμένες, γριές εγκαταλειμμένες στη μοίρα τους, δανδήδες και πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, ερωτευμένες φοιτήτριες, πανκ σκηνοθέτες και άβουλοι προγραμματιστές ηλεκτρονικών υπολογιστών είναι οι ψηφίδες που συνθέτουν αυτό το πολύχρωμο, πολύπαθο και ζωντανό μωσαϊκό που είναι η σύγχρονη Ρωσία.

«Διαβάζω το συγκλονιστικό Ρωσία: βαγόνι τρίτης θέσης της Ναταλίας Κλιουτσάροβα Ο ήρωάς της, ο Νικίτα, περιπλανιέται στη Ρωσία και «με τα θολά μάτια του βαγονιού τρίτης θέσης τον κοιτούσε η χώρα… Η χώρα δεν τον άφηνε να κοιμηθεί, δεν τον άφηνε να σκεφτεί, δεν τον άφηνε στην ησυχία του…». Ένα εφιαλτικό τοπίο μιας Ρωσίας ρημαγμένης από τον πιο βάρβαρο καπιταλισμό. Μια παρέλαση φαντασμάτων. Θα μπορούσε να είναι ένα νέο Μπλέιντ Ράνερ, αλλά δυστυχώς δεν πρόκειται για επιστημονική φαντασία, αλλά για οδυνηρή πραγματικότητα.» Κώστας Στοφόρος



                                 Επικοινωνήστε με το "Σελιδοδείκτη":

 τηλ.κιν.   6957502380              τηλ.σταθ.    2310230590      

  email        books.iordanis@gmail.com


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου